Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

uguàle (επίθ.) ulnàre (αρσ. επίθ και ουσ)
ugualitàrio (αρσ. επίθ και ουσ) ulterióre (επίθ.)
ugualitarìsmo (ουσ αρσ ) ulteriorménte (επίρ.)
ugualménte (επίρ.) ùltima (θηλ.ουσ)
uh (επιφ.) ultimaménte (επίρ.)
uhm (επιφ.) ultimàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
uistitì (ουσ αρσ ) ultimatìvo (επίθ.)
ukàse (ουσ αρσ ) ultimàtum (ουσ αρσ )
ukulèle (ουσ αρσ και θηλ.) ultimazióne (θηλ.ουσ)
ulàno (ουσ αρσ ) ultimìssima (θηλ.ουσ)
ùlcera (θηλ.ουσ) ùltimo (ουσ αρσ )
ulceràre (ρ. μτβ. και αμετβ.) ùltimo (επίθ.)
ulcerarsi (ρ.μ. (αντων.)) ultimogènito (ουσ αρσ )
ulceratìvo (επίθ.) ultimogènito (επίθ.)
ulcerazióne (θηλ.ουσ) ultóre (αρσ. επίθ και ουσ)
ulceróso (ουσ αρσ ) ultrà (ουσ αρσ και θηλ.)
ulceróso (επίθ.) ultra (επίθ.)
ulema (ουσ αρσ ) ultra (επίρ.)
uligàno (ουσ αρσ ) ultracentenàrio (αρσ. επίθ και ουσ)
Ulìsse (ουσ αρσ ) ultracentrìfuga (θηλ.ουσ)
ulìsside (ουσ αρσ και θηλ.) ultracentrifugazióne (θηλ.ουσ)
ulìte (θηλ.ουσ) ultracórto (επίθ.)
ulivèlla (θηλ.ουσ) ultracùstica (θηλ.ουσ)
ulmàcee (θηλ. ουσ πληθ.) ultracùstico (επίθ.)
ùlna (θηλ.ουσ) ultraelevato (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: