Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

Dèlfi (θηλ.ουσ) deliquescènte (επίθ.)
delfìno (ουσ αρσ ) deliquescènza (θηλ.ουσ)
delibàre (ρ. μτβ.) delìquio (ουσ αρσ )
delibazióne (θηλ.ουσ) delirànte (επίθ.)
delìbera (θηλ.ουσ) deliràre (ρ.αμτβ.)
deliberàre (ρ. μτβ.) delìrio (ουσ αρσ )
deliberataménte (επίρ.) delìtto (ουσ αρσ )
deliberatàrio (επίθ.) delittuóso (επίθ.)
deliberatìvo (επίθ.) delìzia (θηλ.ουσ)
deliberàto (επίθ.) deliziàre (ρ. μτβ.)
deliberatòrio (επίθ.) deliziarsi (ρ.μ. (αντων.))
deliberazióne (θηλ.ουσ) deliziosaménte (επίρ.)
delicatézza (θηλ.ουσ) delizióso (επίθ.)
delicàto (αρσ. επίθ και ουσ) délo (θηλ.ουσ)
delimitare (ρ. μτβ.) dèlta (ουσ αρσ )
delimitatìvo (επίθ.) deltaplàno (ουσ αρσ )
delimitazióne (θηλ.ουσ) deltazióne (θηλ.ουσ)
delineaménto (ουσ αρσ ) deltìzio (επίθ.)
delineàre (ρ. μτβ.) deltòide (ουσ αρσ )
delinearsi (ρ.μ. (αντων.)) deltòide (επίθ.)
delineàto (επίθ.) delucidàre (ρ. μτβ.)
delinquènte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) delucidazióne (θηλ.ουσ)
delinquènza (θηλ.ουσ) deludènte (επίθ.)
delinquenziàle (επίθ.) delùdere (ρ. μτβ.)
delìnquere (ρ.αμτβ.) delusióne (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: