Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdelìzia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [deˈlittsja] 1 μεγάλη χαρά 2 απόλαυση 3 ηδονή 4 τέρψη 5 ευχαρίστηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |