Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ribalderìa (θηλ.ουσ) ribellàrsi (ρ. μ. αμτβ.)
ribàldo (αρσ. επίθ και ουσ) ribèlle (ουσ αρσ και θηλ.)
ribàlta (θηλ.ουσ) ribèlle (επίθ.)
ribaltàbile (αρσ. επίθ και ουσ) ribellióne (θηλ.ουσ)
ribaltaménto (ουσ αρσ ) ribellìsmo (ουσ αρσ )
ribaltàre (ρ.αμτβ.) ribellìstico (επίθ.)
ribaltàre (ρ. μτβ.) ribére (ρ. μτβ.)
ribaltarsi (ρ.μ. (αντων.)) rìbes (ουσ αρσ )
ribaltatóre (ουσ αρσ ) ribisognàre (ρ.αμτβ.)
ribaltatùra (θηλ.ουσ) ribobinàre (ρ. μτβ.)
ribaltìna (θηλ.ουσ) riboccànte (επίθ.)
ribaltóne (ουσ αρσ ) riboccàre (ρ.αμτβ.)
ribalzàre (ρ.αμτβ.) ribócco (ουσ αρσ )
ribassàre (ρ.αμτβ.) ribollènte (επίθ.)
ribassàre (ρ. μτβ.) ribolliménto (ουσ αρσ )
ribassìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) ribollìre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ribàsso (ουσ αρσ ) ribollìto (αρσ. επίθ και ουσ)
ribàttere (ρ. μτβ. και αμετβ.) ribollitùra (θηλ.ουσ)
ribattezzàre (ρ. μτβ.) ribonuclèico (επίθ.)
ribattìno (ουσ αρσ ) ribòsio (ουσ αρσ )
ribattitóre (ουσ αρσ ) ribòtta (θηλ.ουσ)
ribattitùra (θηλ.ουσ) ribrézzo (ουσ αρσ )
ribattùta (θηλ.ουσ) ribussàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ribèca (θηλ.ουσ) ributtànte (επίθ.)
ribechìsta (ουσ αρσ και θηλ.) ributtàre (ρ.αμτβ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: