ItalianoGreco


ribellióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ribelˈljone]

1 ανυπακοή
2 εξέγερση
3 αποστασία
4 ξεσήκωμα
5 επανάσταση
6 στασίαση
7 στάση
8 ανταρσία
9 σηκωμός
10 σήκωμα
11 ξεσηκωμός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---