ItalianoGreco


ribechìsta  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ribeˈkista]

μουσικός που έπαιζε αρχαίο μουσικό τρίχορδο όργανο (πρόδρομο του βιολιού)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---