Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

interrogatìvo (ουσ αρσ ) interurbàna (θηλ.ουσ)
interrogatìvo (επίθ.) interurbàno (επίθ.)
interrogatóre (αρσ. επίθ και ουσ) intervallàre (ρ. μτβ.)
interrogatòrio (ουσ αρσ ) intervallàto (επίθ.)
interrogatòrio (επίθ.) intervàllo (ουσ αρσ )
interrogazióne (θηλ.ουσ) intervenìre (ρ.αμτβ.)
interrómpere (ρ. μτβ.) interventìsmo (ουσ αρσ )
interrompersi (ρ.μ. (αντων.)) interventìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
interruttóre (ουσ αρσ ) interventìsta (επίθ.)
interruzióne (θηλ.ουσ) interventìstico (επίθ.)
interscàmbio (ουσ αρσ ) intervènto (ουσ αρσ )
interscapolàre (επίθ.) intervenùto (ουσ αρσ )
intersecaménto (ουσ αρσ ) intervenùto (επίθ.)
intersecàre (ρ. μτβ.) intervertebràle (επίθ.)
intersecarsi (ρ.μ. (αντων.)) intervìsta (θηλ.ουσ)
intersecazióne (θηλ.ουσ) intervistàre (ρ. μτβ.)
intersezióne (θηλ.ουσ) intervistàto (αρσ. επίθ και ουσ)
intersideràle (επίθ.) intervistatóre (ουσ αρσ )
interspinóso (επίθ.) intervocàlico (επίθ.)
interstellàre (επίθ.) interzàto (αρσ. επίθ και ουσ)
interstiziàle (αρσ. επίθ και ουσ) interzonàle (επίθ.)
interstìzio (ουσ αρσ ) intésa (θηλ.ουσ)
intertèmpo (ουσ αρσ ) intéso (επίθ.)
intertrìgine (θηλ.ουσ) intèssere (ρ. μτβ.)
intertropicàle (επίθ.) intessitùra (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: