Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinterscàmbio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [intersˈkambjo] 1 διακλαδώσεις εθνικών δρόμων 2 εμπορική διακίνηση εισαγωγών-εξαγωγών permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |