Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinterrogatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [interrogaˈtore] 1 εξεταστής 2 ανακριτής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |