Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

immusonìto (επίθ.) impaginazióne (θηλ.ουσ)
immutàbile (επίθ.) impagliàre (ρ. μτβ.)
immutabilità (θηλ.ουσ) impagliatino (ουσ αρσ )
immutabilménte (επίρ.) impagliatino (επίθ.)
immutàto (επίθ.) impagliàto (επίθ.)
immutazióne (θηλ.ουσ) impagliatóre (ουσ αρσ )
ìmo (ουσ αρσ ) impagliatùra (θηλ.ουσ)
ìmo (επίθ.) impàla (ουσ αρσ )
imoscàpo (ουσ αρσ ) impalaménto (ουσ αρσ )
impaccàggio (ουσ αρσ ) impalancàto (ουσ αρσ )
impaccàre (ρ. μτβ.) impalàre (ρ. μτβ.)
impaccatóre (ουσ αρσ ) impalàrsi (ρ. μ. αμτβ.)
impaccatùra (θηλ.ουσ) impalàto (επίθ.)
impacchettàre (ρ. μτβ.) impalatùra (θηλ.ουσ)
impacciàre (ρ. μτβ.) impalcàre (ρ. μτβ.)
impacciarsi (ρ.μ. (αντων.)) impalcàto (αρσ. επίθ και ουσ)
impacciàto (επίθ.) impalcatùra (θηλ.ουσ)
impàccio (ουσ αρσ ) impallàre (ρ. μτβ.)
impaccióso (επίθ.) impallidìre (ρ.αμτβ.)
impàcco (ουσ αρσ ) impallinàre (ρ. μτβ.)
impadronìrsi (ρ. μ. αμτβ.) impalmàre (ρ. μτβ.)
impagàbile (επίθ.) impalmatùra (θηλ.ουσ)
impaginàre (ρ. μτβ.) impalpàbile (επίθ.)
impaginatóre (ουσ αρσ ) impalpabilità (θηλ.ουσ)
impaginatùra (θηλ.ουσ) impaludàre (ρ.αμτβ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: