Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

reportage (ουσ αρσ ) reputarsi (ρ.μ. (αντων.))
reporter (ουσ αρσ και θηλ.) reputàto (επίθ.)
reprensìbile (επίθ.) reputazióne (θηλ.ουσ)
repressióne (θηλ.ουσ) rèquie (ουσ αρσ )
repressìvo (επίθ.) rèquie (θηλ.ουσ)
reprèsso (αρσ. επίθ και ουσ) rèquiem (ουσ αρσ )
repressóre (ουσ αρσ ) requirènte (αρσ. επίθ και ουσ)
repressóre (επίθ.) requisìre (ρ. μτβ.)
reprimènda (θηλ.ουσ) requisìto (ουσ αρσ )
reprìmere (ρ. μτβ.) requisitòria (θηλ.ουσ)
reprimersi (ρ.μ. (αντων.)) requisizióne (θηλ.ουσ)
reprimìbile (επίθ.) résa (θηλ.ουσ)
reprimibilità (θηλ.ουσ) rescindènte (επίθ.)
rèprobo (ουσ αρσ ) rescìndere (ρ. μτβ.)
rèprobo (επίθ.) rescindìbile (επίθ.)
reps (ουσ αρσ ) rescindibilità (θηλ.ουσ)
reptànte (αρσ. επίθ και ουσ) rescissióne (θηλ.ουσ)
repùbblica (θηλ.ουσ) rescissòrio (επίθ.)
repubblicanésimo (ουσ αρσ ) rescrìtto (ουσ αρσ )
repubblicàno (ουσ αρσ ) resecàre (ρ. μτβ.)
repubblicàno (επίθ.) resèda, réseda (θηλ.ουσ)
repubblichìno (αρσ. επίθ και ουσ) resezióne (θηλ.ουσ)
repulsióne (θηλ.ουσ) residènte (ουσ αρσ και θηλ.)
repulsóre (ουσ αρσ ) residènte (επίθ.)
reputàre (ρ. μτβ.) residènza (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: