Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


rèquie  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈrɛkwje]

1 νεκρώσιμος ύμνος
2 νεκρική ακολουθία
3 ρέκβιεμ
4 τρισάγιο σε τάφο
5 σύνθεση προς τιμήν νεκρού
6 επιμνημόσυνη δέηση

rèquie  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈrɛkwje]

1 ειρήνη
2 αιώνιος ύπνος
3 ανάπαυση


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  reputazione requiem  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

repulsore (ουσ αρσ )
reputare (ρ. μτβ.)
reputarsi (ρ.μ. (αντων.))
reputato (επίθ.)
reputazione (θηλ.ουσ)
requie (ουσ αρσ )
requie (θηλ.ουσ)
requiem (ουσ αρσ )
requirente (αρσ. επίθ και ουσ)
requisire (ρ. μτβ.)
requisito (ουσ αρσ )
requisitoria (θηλ.ουσ)
requisizione (θηλ.ουσ)
resa (θηλ.ουσ)
rescindente (επίθ.)
rescindere (ρ. μτβ.)
rescindibile (επίθ.)
rescindibilità (θηλ.ουσ)
rescissione (θηλ.ουσ)
rescissorio (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---