Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


reputàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [repuˈtato]

1 ευυπόληπτος
2 τίμιος
3 φημιζόμενος
4 αξιοσέβαστος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  reputarsi reputazione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

repubblichino (αρσ. επίθ και ουσ)
repulsione (θηλ.ουσ)
repulsore (ουσ αρσ )
reputare (ρ. μτβ.)
reputarsi (ρ.μ. (αντων.))
reputato (επίθ.)
reputazione (θηλ.ουσ)
requie (ουσ αρσ )
requie (θηλ.ουσ)
requiem (ουσ αρσ )
requirente (αρσ. επίθ και ουσ)
requisire (ρ. μτβ.)
requisito (ουσ αρσ )
requisitoria (θηλ.ουσ)
requisizione (θηλ.ουσ)
resa (θηλ.ουσ)
rescindente (επίθ.)
rescindere (ρ. μτβ.)
rescindibile (επίθ.)
rescindibilità (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---