Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


résa  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈresa]

1 απόδοση
2 διερμήνευση
3 είσπραξη
4 ανταπόδοση
5 απολαβή
6 κέρδος
7 επιστροφή
8 λογοδοσία
9 παροχή
10 παράδοση στρατιωτική
11 εξόφληση


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  requisizione rescindente  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

requirente (αρσ. επίθ και ουσ)
requisire (ρ. μτβ.)
requisito (ουσ αρσ )
requisitoria (θηλ.ουσ)
requisizione (θηλ.ουσ)
resa (θηλ.ουσ)
rescindente (επίθ.)
rescindere (ρ. μτβ.)
rescindibile (επίθ.)
rescindibilità (θηλ.ουσ)
rescissione (θηλ.ουσ)
rescissorio (επίθ.)
rescritto (ουσ αρσ )
resecare (ρ. μτβ.)
reseda (θηλ.ουσ)
resezione (θηλ.ουσ)
residente (ουσ αρσ και θηλ.)
residente (επίθ.)
residenza (θηλ.ουσ)
residenziale (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---