Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόresecàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [reseˈkare] 1 αποκόπτω 2 κάνω εκτομή οργάνου ή τμήματος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |