Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrescissióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [reʃʃisˈsjone] 1 ματαίωση 2 αποφυγή 3 κατάργηση 4 αναίρεση 5 απάλειψη 6 ανάκληση 7 ακύρωση 8 τερματισμός 9 ανατροπή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |