ItalianoGreco


repressóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [represˈsore]

1 καταστολέας
2 αναστολέας

repressóre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [represˈsore]

1 κατασταλτικός
2 καταπιεστικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---