Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

fluidificàre (ρ. μτβ. και αμετβ.) fluttuàre (ρ.αμτβ.)
fluidificarsi (ρ.μ. (αντων.)) fluttuazióne (θηλ.ουσ)
fluidificazióne (θηλ.ουσ) fluviàle (επίθ.)
fluidità (θηλ.ουσ) fobìa (θηλ.ουσ)
flùido (ουσ αρσ ) fòbico (αρσ. επίθ και ουσ)
flùido (επίθ.) fòca (θηλ.ουσ)
fluidodinàmica (θηλ.ουσ) focàccia (θηλ.ουσ)
fluìre (ρ.αμτβ.) focàle (θηλ. επίθ και ουσ)
fluitàre (ρ. μτβ. και αμετβ.) focalizzàre (ρ. μτβ.)
fluitazióne (θηλ.ουσ) focalizzazióne (θηλ.ουσ)
fluorescènte (επίθ.) focàtico (ουσ αρσ )
fluorescènza (θηλ.ουσ) fóce (θηλ.ουσ)
fluorìdrico (επίθ.) focèna (θηλ.ουσ)
fluorìna (θηλ.ουσ) fochìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
fluorìte (θηλ.ουσ) focolàio (ουσ αρσ )
fluorizzazióne (θηλ.ουσ) focolàre (ουσ αρσ )
fluòro (ουσ αρσ ) focomelìa (θηλ.ουσ)
fluorurazióne (θηλ.ουσ) focomèlico (ουσ αρσ )
fluorùro (ουσ αρσ ) focomèlico (επίθ.)
flussióne (θηλ.ουσ) focòmetro (ουσ αρσ )
flùsso (ουσ αρσ ) focóso (επίθ.)
flussòmetro (ουσ αρσ ) fòdera (θηλ.ουσ)
flûte (ουσ αρσ ) foderàme (ουσ αρσ )
flùtto (ουσ αρσ ) foderàre (ρ. μτβ.)
fluttuànte (αρσ. επίθ και ουσ) foderàto (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: