Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfobìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [foˈbia] 1 τρόμος 2 ψυχική νεύρωση 3 αντιπάθεια 4 φόβος 5 φοβία 6 αποστροφή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |