Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

diavolìno (ουσ αρσ ) dichiarànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
diavolìo (ουσ αρσ ) dichiaràre (ρ. μτβ.)
diàvolo (ουσ αρσ ) dichiararsi (ρ.μ. (αντων.))
diazocompósto (ουσ αρσ ) dichiarataménte (επίρ.)
diazoreazióne (θηλ.ουσ) dichiaratìvo (επίθ.)
diazotàre (ρ. μτβ.) dichiaràto (επίθ.)
diazotazióne (θηλ.ουσ) dichiaratóre (αρσ. επίθ και ουσ)
diazotipìa (θηλ.ουσ) dichiaratòrio (επίθ.)
dibassàre (ρ. μτβ. και αμετβ.) dichiarazióne (θηλ.ουσ)
dibàttere (ρ. μτβ. και αμετβ.) diciannòve ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
dibattersi (ρ.μ. (αντων.)) diciannovènne (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
dibattimentàle (επίθ.) diciannovèsimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
dibattiménto (ουσ αρσ ) diciassètte ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
dibàttito (ουσ αρσ ) diciassettènne (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
dibattùto (επίθ.) diciassettèsimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
diboscaménto (ουσ αρσ ) dicìbile (επίθ.)
diboscàre (ρ. μτβ.) diciottènne (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
dibrucàre (ρ. μτβ.) diciottèsimo (ουσ αρσ )
dicàce (επίθ.) diciottèsimo (επίθ.)
dicastèro (ουσ αρσ ) diciòtto (επίθ.)
dìcco (ουσ αρσ ) dicitóre (ουσ αρσ )
dicèmbre (ουσ αρσ ) dicitùra (θηλ.ουσ)
dicembrìno (επίθ.) dicotilèdone (θηλ. επίθ και ουσ)
dicerìa (θηλ.ουσ) dicotilèdoni (θηλ. ουσ πληθ.)
dichiaràbile (επίθ.) dicotomìa (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: