Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdiazotazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [diaddzotatˈtsjone] δημιουργία διαζωένωσης - δακτυλίου του αζώτου (δύο άτομα αζώτου με οργανική ρίζα) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |