Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdicitóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [diʧiˈtore] 1 αφηγητής 2 παρουσιαστής 3 εκφωνητής 4 ομιλητής 5 αγορητής 6 ρήτορας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |