Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

cèca (θηλ.ουσ) cèduo (αρσ. επίθ και ουσ)
cecàggine (θηλ.ουσ) cefalalgìa (θηλ.ουσ)
cecchìno (ουσ αρσ ) cefàlico (επίθ.)
céce (ουσ αρσ ) cefalìna (θηλ.ουσ)
cecìdio (ουσ αρσ ) cèfalo (ουσ αρσ )
cecità (θηλ.ουσ) Cefalònia (κύρ.όν. θηλ.)
cèco (ουσ αρσ ) cefalòpodi (ουσ αρσ πληθ.)
cèco (επίθ.) ceffàta (θηλ.ουσ)
Cecoslovàcchia, Cecoslovacchìa (κύρ.όν. θηλ.) cèffo (ουσ αρσ )
cedènte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) ceffonàre (ρ. μτβ.)
cedènza (θηλ.ουσ) ceffóne (ουσ αρσ )
cèdere (ρ.αμτβ.) Cèfiso (κύρ.όν. αρσ.)
cèdere (ρ. μτβ.) celàre (ρ. μτβ.)
cedévole (επίθ.) celàrsi (ρ. μ. αμτβ.)
cedevolézza (θηλ.ουσ) celàta (θηλ.ουσ)
cedìbile (επίθ.) celebèrrimo (ουσ αρσ )
cedibilità (θηλ.ουσ) celebrànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
cedìglia (θηλ.ουσ) celebràre (ρ. μτβ.)
cediménto (ουσ αρσ ) celebratìvo (επίθ.)
cèdola (θηλ.ουσ) celebratóre (αρσ. επίθ και ουσ)
cedolàre (θηλ. επίθ και ουσ) celebrazióne (θηλ.ουσ)
cedràngolo (ουσ αρσ ) cèlebre (επίθ.)
cedràta (θηλ.ουσ) celebrità (θηλ.ουσ)
cedrìna (θηλ.ουσ) celenteràti (ουσ αρσ πληθ.)
cédro (ουσ αρσ ) cèlere (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: