Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


celebratìvo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ʧelebraˈtivo]

1 πανηγυρικός
2 αναμνηστικός
3 εορταστικός
4 γιορταστικός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  celebrare celebratore  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

celarsi (ρ. μ. αμτβ.)
celata (θηλ.ουσ)
celeberrimo (ουσ αρσ )
celebrante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
celebrare (ρ. μτβ.)
celebrativo (επίθ.)
celebratore (αρσ. επίθ και ουσ)
celebrazione (θηλ.ουσ)
celebre (επίθ.)
celebrità (θηλ.ουσ)
celenterati (ουσ αρσ πληθ.)
celere (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
celerino (ουσ αρσ )
celerità (θηλ.ουσ)
celesta (θηλ.ουσ)
celeste (ουσ αρσ και θηλ.)
celeste (επίθ.)
celestiale (επίθ.)
celestino (επίθ.)
celia (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---