Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcelerità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ʧeleriˈta] 1 σβελτάδα 2 ταχύτητα 3 σβελτοσύνη 4 γρηγοράδα 5 γρηγοροσύνη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |