Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

formulàrio (ουσ αρσ ) forsennàto (επίθ.)
formulazióne (θηλ.ουσ) forsýthia (θηλ.ουσ)
fornàce (θηλ.ουσ) fòrte (ουσ αρσ )
fornaciàio (ουσ αρσ ) fòrte (επίθ.)
fornàio (ουσ αρσ ) fòrte (επίρ.)
fornèllo (ουσ αρσ ) forteménte (επίρ.)
fornicàre (ρ.αμτβ.) fortézza (θηλ.ουσ)
fornicatóre (αρσ. επίθ και ουσ) fortificàbile (επίθ.)
fornicatrìce (θηλ.ουσ) fortificàre (ρ. μτβ.)
fornicazióne (θηλ.ουσ) fortificarsi (ρ.μ. (αντων.))
fòrnice (ουσ αρσ και θηλ.) fortificazióne (θηλ.ουσ)
fornìre (ρ. μτβ.) fortilìzio (ουσ αρσ )
fornirsi (ρ.μ. (αντων.)) fortìno (ουσ αρσ )
fornìto (επίθ.) fortìssimo (επίθ. e επίρ.)
fornitóre (αρσ. επίθ και ουσ) fortitùdine (θηλ.ουσ)
fornitùra (θηλ.ουσ) fortóre (ουσ αρσ )
fórno (ουσ αρσ ) fortuitaménte (επίρ.)
fóro, fòro (ουσ αρσ ) fortùito, fortuìto (επίθ.)
forosétta (θηλ.ουσ) fortùna (θηλ.ουσ)
fórra (θηλ.ουσ) fortunàle (αρσ. επίθ και ουσ)
fórse (επίρ.) fortunataménte (επίρ.)
forsennàta (θηλ.ουσ) fortunàto (επίθ.)
forsennataménte (επίρ.) fortunóso (επίθ.)
forsennatézza (θηλ.ουσ) forùncolo (ουσ αρσ )
forsennàto (ουσ αρσ ) foruncolòsi (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: