Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

beffeggiatóre (αρσ. επίθ και ουσ) bellézza (θηλ.ουσ)
bèga (θηλ.ουσ) bellicìsmo (ουσ αρσ )
beghìna (θηλ.ουσ) bellicìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
beghinàggio (ουσ αρσ ) bellicìsta (επίθ.)
beghìno (ουσ αρσ ) bellìco (ουσ αρσ )
begliuòmini (ουσ αρσ ) bèllico (επίθ.)
begònia (θηλ.ουσ) bellicóso (επίθ.)
beguine (θηλ.ουσ) belligerànte (ουσ αρσ και θηλ.)
bèh (επιφ.) belligerànte (επίθ.)
behaviorìsmo (ουσ αρσ ) belligerànza (θηλ.ουσ)
behaviorìsta (ουσ αρσ και θηλ.) bellìgero (επίθ.)
behaviorìstico (επίθ.) bellimbùsto (ουσ αρσ )
bèi (ουσ αρσ ) bellìno (επίθ.)
bèl (ουσ αρσ ) bèllo (ουσ αρσ )
bèl (επίθ.) bèllo (επίθ.)
belàre (ρ.αμτβ.) bellospìrito (ουσ αρσ )
bèlga (ουσ αρσ και θηλ.) belluìno (επίθ.)
bèlga (επίθ.) beltà (θηλ.ουσ)
Bèlgio (κύρ.όν. αρσ.) bélva (θηλ.ουσ)
Belgràdo (ουσ αρσ ) belvedére (ουσ αρσ )
bèlla (θηλ.ουσ) belzebù (ουσ αρσ )
belladònna (θηλ.ουσ) bemòlle (ουσ αρσ )
bellaménte (επίρ.) benaccètto (επίθ.)
bellétta (θηλ.ουσ) benallevàto (επίθ.)
bellétto (ουσ αρσ ) benamàto (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: