Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbélva
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈbelva] 1 αγρίμι 2 κτήνος 3 άγριο θηρίο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |