Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbendàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [benˈdare] 1 (con benda) επιδένω 2 (sugli occhi) επιδένω τα μάτια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |