Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

resinóso (επίθ.) respirazióne (θηλ.ουσ)
resipiscènte (επίθ.) respìro (ουσ αρσ )
resipiscènza (θηλ.ουσ) responsàbile (ουσ αρσ και θηλ.)
resistènte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) responsàbile (επίθ.)
resistènza (θηλ.ουσ) responsabilità (θηλ.ουσ)
resistenziàle (επίθ.) responsabilizzàre (ρ. μτβ.)
resìstere (ρ.αμτβ.) responsabilizzarsi (ρ.μ. (αντων.))
resistività (θηλ.ουσ) responsabilizzazióne (θηλ.ουσ)
resistìvo (επίθ.) responsabilménte (επίρ.)
resistóre (ουσ αρσ ) respònso (ουσ αρσ )
rèso (ουσ αρσ ) responsoriàle (αρσ. επίθ και ουσ)
resocontìsta (ουσ αρσ και θηλ.) responsòrio (ουσ αρσ )
resocónto (ουσ αρσ ) rèssa (θηλ.ουσ)
respingènte (ουσ αρσ ) rèsta (θηλ.ουσ)
respingènte (επίθ.) restànte (αρσ. επίθ και ουσ)
respìngere (ρ. μτβ.) restàre (ρ.αμτβ.)
respingiménto (ουσ αρσ ) restauràbile (επίθ.)
respìnta (θηλ.ουσ) restauràre (ρ. μτβ.)
respìnto (ουσ αρσ ) restauratìvo (επίθ.)
respìnto (επίθ.) restauratóre (αρσ. επίθ και ουσ)
respiràbile (επίθ.) restaurazióne (θηλ.ουσ)
respirabilità (θηλ.ουσ) restàuro (ουσ αρσ )
respiràre (ρ.αμτβ.) restìo (αρσ. επίθ και ουσ)
respiratóre (ουσ αρσ ) restituìbile (επίθ.)
respiratòrio (επίθ.) restituìre (ρ. μτβ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: