Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrespirazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [respiratˈtsjone] η αναπνοή permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαrespirazione [θηλ.] bocca a bocca = η τεχνητή αναπνοή Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |