Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

peperoncìno (ουσ αρσ ) percentuàle (επίθ.)
peperóne (ουσ αρσ ) percentualizzàre (ρ. μτβ.)
pepìno (ουσ αρσ ) percepìbile (επίθ.)
pepìta (θηλ.ουσ) percepìre (ρ. μτβ.)
pèplo (ουσ αρσ ) percettìbile (επίθ.)
pepolìno (ουσ αρσ ) percettibilità (θηλ.ουσ)
pepsìna (θηλ.ουσ) percettìva (θηλ.ουσ)
pèptico (επίθ.) percettività (θηλ.ουσ)
peptìde (ουσ αρσ ) percettìvo (αρσ. επίθ και ουσ)
peptóne (ουσ αρσ ) percettóre (αρσ. επίθ και ουσ)
peptonizzàre (ρ. μτβ.) percezióne (θηλ.ουσ)
peptonizzazióne (θηλ.ουσ) perché (ουσ αρσ )
peptonùria (θηλ.ουσ) perché (σύνδ.)
per (πρόθ.) perché (επίρ.)
péra (θηλ.ουσ) perciò (σύνδ.)
peràcido (ουσ αρσ ) percloràto (ουσ αρσ )
peràltro (επίρ.) perclòrico (επίθ.)
perbàcco (επιφ.) perclorùro (ουσ αρσ )
perbène (επίθ.) percolàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
perbène (επίρ.) percolatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
perbenìsmo (ουσ αρσ ) percolazióne (θηλ.ουσ)
perboràto (ουσ αρσ ) percorrènza (θηλ.ουσ)
percàlle (ουσ αρσ ) percórrere (ρ. μτβ.)
percènto (αρσ. επίθ και ουσ) percorrìbile (επίθ.)
percentuàle (θηλ.ουσ) percórso (αρσ. επίθ και ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: