Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


péra  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈpera]

το αχλάδι, το απίδι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  per peracido  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

peptone (ουσ αρσ )
peptonizzare (ρ. μτβ.)
peptonizzazione (θηλ.ουσ)
peptonuria (θηλ.ουσ)
per (πρόθ.)
pera (θηλ.ουσ)
peracido (ουσ αρσ )
peraltro (επίρ.)
perbacco (επιφ.)
perbene (επίθ.)
perbene (επίρ.)
perbenismo (ουσ αρσ )
perborato (ουσ αρσ )
percalle (ουσ αρσ )
percento (αρσ. επίθ και ουσ)
percentuale (θηλ.ουσ)
percentuale (επίθ.)
percentualizzare (ρ. μτβ.)
percepibile (επίθ.)
percepire (ρ. μτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---