Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

mutànde (θηλ. ουσ πληθ.) mutuànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
mutandìne (θηλ. ουσ πληθ.) mutuàre (ρ. μτβ.)
mutànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) mutuatàrio (αρσ. επίθ και ουσ)
mutàre (ρ.αμτβ.) mutuàto (ουσ αρσ )
mutàre (ρ. μτβ.) mùtuo (ουσ αρσ )
mutàsi (θηλ.ουσ) mùtuo (επίθ.)
mutatóre (αρσ. επίθ και ουσ) mylar (ουσ αρσ )
mutazióne (θηλ.ουσ) nabàbbo (ουσ αρσ )
mutévole (επίθ.) nàcchera (θηλ.ουσ)
mutevolézza (θηλ.ουσ) nadìr (ουσ αρσ )
mutevolménte (επίρ.) nadiràle (επίθ.)
mutilàre (ρ. μτβ.) nàfta (θηλ.ουσ)
mutilàto (ουσ αρσ ) naftalìna (θηλ.ουσ)
mutilàto (επίθ.) naftène (ουσ αρσ )
mutilazióne (θηλ.ουσ) naftilammìna (θηλ.ουσ)
mùtilo (επίθ.) naftìle (ουσ αρσ )
mutìsmo (ουσ αρσ ) naftòlo (ουσ αρσ )
mùto (ουσ αρσ ) nàia (θηλ.ουσ)
mùto (επίθ.) nàiade (θηλ.ουσ)
mùtria (θηλ.ουσ) naïf (αρσ. επίθ και ουσ)
mùtua (θηλ.ουσ) nàilon (ουσ αρσ )
mutualìsmo (ουσ αρσ ) nanchìno (ουσ αρσ )
mutualìstico (επίθ.) nandù (ουσ αρσ )
mutualità (θηλ.ουσ) nanìsmo (ουσ αρσ )
mutualménte (επίρ.) nànna (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: