Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmutevolménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [mutevolˈmente] 1 μεταβλητά 2 ευμετάβλητα 3 ασταθώς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |