Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmutualìstico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [mutuaˈlistiko] 1 ο της κοινωνικής ασφάλισης 2 συμβιωτικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |