ItalianoGreco


mutàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [muˈtare]

1 μεταπίπτω
2 μετασχηματίζομαι
3 μετατρέπομαι
4 αλλάζω
5 μεταβάλλομαι
6 μεταλλάσσομαι

mutàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [muˈtare]

1 μετατρέπω
2 διαφοροποιώ
3 μεταβάλλω
4 τροποποιώ
5 μεταπλάθω
6 μεταπλάσσω
7 μεταλλάζω
8 μεταμορφώνω
9 αλλάζω
10 μετασχηματίζω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---