Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

informatizzàre (ρ. μτβ.) infossàre (ρ. μτβ.)
informàto (επίθ.) infossàrsi (ρ. μ. αμτβ.)
informatóre (ουσ αρσ ) infossàto (επίθ.)
informatóre (επίθ.) infracidìre (ρ.αμτβ.)
informazióne (θηλ.ουσ) infradiciaménto (ουσ αρσ )
infórme (επίθ.) infradiciàre (ρ. μτβ.)
informicolaménto (ουσ αρσ ) infradiciarsi (ρ.μ. (αντων.))
informicoliménto (ουσ αρσ ) infradiciàta (θηλ.ουσ)
informicolìrsi (ρ. μ. αμτβ.) infradiciàto (επίθ.)
informità (θηλ.ουσ) infradiciatùra (θηλ.ουσ)
infornaciàre (ρ. μτβ.) infragiliménto (ουσ αρσ )
infornaciàta (θηλ.ουσ) inframmettènte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
infornapàne (ουσ αρσ ) inframmettènza (θηλ.ουσ)
infornàre (ρ. μτβ.) inframméttere (ρ. μτβ.)
infornàta (θηλ.ουσ) inframmettersi (ρ.μ. (αντων.))
infortìre (ρ. μτβ. και αμετβ.) inframmezzàre (ρ. μτβ.)
infortirsi (ρ.μ. (αντων.)) infrancesàre (ρ. μτβ.)
infortunàrsi (ρ. μ. αμτβ.) infrancesarsi (ρ.μ. (αντων.))
infortunàto (ουσ αρσ ) infràngere (ρ. μτβ.)
infortunàto (επίθ.) infrangersi (ρ.μ. (αντων.))
infortùnio (ουσ αρσ ) infrangìbile (επίθ.)
infortunìstica (θηλ.ουσ) infrangiménto (ουσ αρσ )
infortunìstico (επίθ.) infrànto (επίθ.)
infoscarsi (ρ.μ. (αντων.)) infrarósso (ουσ αρσ )
infossaménto (ουσ αρσ ) infrarósso (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: