Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


informatizzàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [informatidˈdzare]

1 εξοπλίζω με υπολογιστές
2 μηχανογραφώ


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  informativo informato  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

informare (ρ. μτβ.)
informarsi (ρ.μ. (αντων.))
informatica (θηλ.ουσ)
informatico (αρσ. επίθ και ουσ)
informativo (επίθ.)
informatizzare (ρ. μτβ.)
informato (επίθ.)
informatore (ουσ αρσ )
informatore (επίθ.)
informazione (θηλ.ουσ)
informe (επίθ.)
informicolamento (ουσ αρσ )
informicolimento (ουσ αρσ )
informicolirsi (ρ. μ. αμτβ.)
informità (θηλ.ουσ)
infornaciare (ρ. μτβ.)
infornaciata (θηλ.ουσ)
infornapane (ουσ αρσ )
infornare (ρ. μτβ.)
infornata (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---