Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


informàtica  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [inforˈmatika]

η πληροφορική


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  informarsi informatico  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

inforcatura (θηλ.ουσ)
informale (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
informalità (θηλ.ουσ)
informare (ρ. μτβ.)
informarsi (ρ.μ. (αντων.))
informatica (θηλ.ουσ)
informatico (αρσ. επίθ και ουσ)
informativo (επίθ.)
informatizzare (ρ. μτβ.)
informato (επίθ.)
informatore (ουσ αρσ )
informatore (επίθ.)
informazione (θηλ.ουσ)
informe (επίθ.)
informicolamento (ουσ αρσ )
informicolimento (ουσ αρσ )
informicolirsi (ρ. μ. αμτβ.)
informità (θηλ.ουσ)
infornaciare (ρ. μτβ.)
infornaciata (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---