Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

polizìa (θηλ.ουσ) polluzióne (θηλ.ουσ)
poliziésco (επίθ.) polmonàre (επίθ.)
poliziòtto (ουσ αρσ ) polmonària (θηλ.ουσ)
pòlizza (θηλ.ουσ) polmóne (ουσ αρσ )
polizzàrio (ουσ αρσ ) polmonìte (θηλ.ουσ)
polizzìno (ουσ αρσ ) pólo (ουσ αρσ )
pólla (θηλ.ουσ) pòlo (θηλ.ουσ)
pollàio (ουσ αρσ ) Polònia (θηλ.ουσ)
pollaiòlo (ουσ αρσ ) polònio (ουσ αρσ )
pollàme (ουσ αρσ ) pólpa (θηλ.ουσ)
pollàstra (θηλ.ουσ) polpàccio (ουσ αρσ )
pollàstro (ουσ αρσ ) polpacciùto (επίθ.)
pollerìa (θηλ.ουσ) polpastrèllo (ουσ αρσ )
pòllice (ουσ αρσ ) polpétta (θηλ.ουσ)
pollicoltóre (ουσ αρσ ) polpettóne (ουσ αρσ )
pollicoltùra (θηλ.ουσ) pólpo (ουσ αρσ )
pollìna (θηλ.ουσ) polpóso (επίθ.)
pòlline (ουσ αρσ ) polpùto (επίθ.)
pollìnico (επίθ.) polsìno (ουσ αρσ )
pollìno (ουσ αρσ ) pólso (ουσ αρσ )
pollinòsi (θηλ.ουσ) POLSTRADA (ακρ.)
póllo (ουσ αρσ ) poltìglia (θηλ.ουσ)
pollóne (ουσ αρσ ) poltigliòso (επίθ.)
pollùce (ουσ αρσ ) poltrìre (ρ.αμτβ.)
pollùto (επίθ.) poltróna (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: