Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

zinàle (ουσ αρσ ) zirconàto (ουσ αρσ )
zincàre (ρ. μτβ.) zircóne (ουσ αρσ )
zincàto (ουσ αρσ ) zircònio (ουσ αρσ )
zincàto (επίθ.) zirlàre (ρ.αμτβ.)
zincatùra (θηλ.ουσ) zìrlo (ουσ αρσ )
zincìte (θηλ.ουσ) zitèlla (θηλ.ουσ)
zìnco (ουσ αρσ ) zitellóna (θηλ.ουσ)
zincografìa (θηλ.ουσ) zitellóne (ουσ αρσ )
zincogràfico (επίθ.) zìto (ουσ αρσ )
zincògrafo (ουσ αρσ ) zitotecnia (θηλ.ουσ)
zincotipìa (θηλ.ουσ) zittare (ρ. μτβ.)
zincotipìsta (ουσ αρσ και θηλ.) zittìo (ουσ αρσ )
zingarésca (θηλ.ουσ) zittìre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
zingarésco (ουσ αρσ ) zìtto (επίθ.)
zingarésco (επίθ.) zizzània (θηλ.ουσ)
zìngaro (ουσ αρσ ) zìzzola (θηλ.ουσ)
zìnna (θηλ.ουσ) zìzzolo (ουσ αρσ )
zinnare (ρ. μτβ.) zoccolàio (ουσ αρσ )
zìnnia (θηλ.ουσ) zoccolànte (αρσ. επίθ και ουσ)
zinzinare (ρ. μτβ.) zoccolàre (ρ.αμτβ.)
zinzìno (ουσ αρσ ) zoccolàta (θηλ.ουσ)
zìo (ουσ αρσ ) zoccolatùra (θηλ.ουσ)
zip (ουσ αρσ και θηλ.) zoccolìno (ουσ αρσ )
zipolàre (ρ. μτβ.) zoccolìo (ουσ αρσ )
zìpolo (ουσ αρσ ) zòccolo (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: