Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόzoccolàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [tsokkoˈlata] 1 κρότος τσόκαρου 2 χτύπημα με τσόκαρο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |