Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόzìnna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈtsinna] 1 βυζί (σε ρωμαὶκή διάλεκτο) 2 στήθος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |