Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

vigóre (ουσ αρσ ) villeréccio (επίθ.)
vigoreggiàre (ρ.αμτβ.) villétta (θηλ.ουσ)
vigorìa (θηλ.ουσ) vìllico (αρσ. επίθ και ουσ)
vigorosaménte (επίρ.) vìllo (ουσ αρσ )
vigorosità (θηλ.ουσ) villosità (θηλ.ουσ)
vigoróso (επίθ.) villóso (επίθ.)
vìle (ουσ αρσ ) villòtta (θηλ.ουσ)
vìle (επίθ.) vilménte (επίρ.)
vilipèndere (ρ. μτβ.) viltà (θηλ.ουσ)
vilipèndio (ουσ αρσ ) vilùcchio (ουσ αρσ )
vilipéso (επίθ.) vilùppo (ουσ αρσ )
vìlla (θηλ.ουσ) vìmine (ουσ αρσ )
villàggio (ουσ αρσ ) vimìneo (επίθ.)
villanàccio (ουσ αρσ ) vinàccia (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
villanàta (θηλ.ουσ) vinacciòlo (ουσ αρσ )
villanèlla (θηλ.ουσ) vinàio (ουσ αρσ )
villanescaménte (επίρ.) vinàrio (επίθ.)
villanésco (επίθ.) vinattière (ουσ αρσ )
villanìa (θηλ.ουσ) vinavìl, vìnavil (ουσ αρσ )
villàno (ουσ αρσ ) vincàstro (ουσ αρσ )
villàno (επίθ.) vincènte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
villanzóne (ουσ αρσ ) Vincènzo (κύρ.όν. αρσ.)
villeggiànte (ουσ αρσ ) vìncere (ρ. μτβ.)
villeggiàre (ρ.αμτβ.) vincersi (ρ.μ. (αντων.))
villeggiatùra (θηλ.ουσ) vinchéto (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: