Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvigorosità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [vigorosiˈta] 1 ζωηράδα 2 ευρωστία 3 θαλερότητα 4 ζωντάνια 5 σθένος 6 σφρίγος 7 αλκή 8 δύναμη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |