Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvilleggiatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [villedʤaˈtura] ο παραθερισμός permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαin villeggiatura = σέ διακοπές Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |