Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

zoppìa (θηλ.ουσ) zucchétta (θηλ.ουσ)
zoppicànte (επίθ.) zucchétto (ουσ αρσ )
zoppicàre (ρ.αμτβ.) zucchìna (θηλ.ουσ)
zoppicóni (επίρ.) zucchìno (ουσ αρσ )
zòppo (ουσ αρσ ) zucconàggine (θηλ.ουσ)
zòppo (επίθ.) zuccóne (ουσ αρσ )
Zoroàstro (κύρ.όν. αρσ.) zuccóne (επίθ.)
zoticàggine (θηλ.ουσ) zùffa (θηλ.ουσ)
zotichézza (θηλ.ουσ) zufolaménto (ουσ αρσ )
zòtico (ουσ αρσ ) zufolàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
zòtico (επίθ.) zufolàta (θηλ.ουσ)
zoticóne (ουσ αρσ ) zufolìo (ουσ αρσ )
zùcca (θηλ.ουσ) zùfolo (ουσ αρσ )
zuccàia (θηλ.ουσ) zùlu, zulù (ουσ αρσ και θηλ.)
zuccàta (θηλ.ουσ) zùlu, zulù (επίθ.)
zuccheràre (ρ. μτβ.) zumàre (ρ.αμτβ.)
zuccheràto (επίθ.) zumàta (θηλ.ουσ)
zuccherièra (θηλ.ουσ) zùppa (θηλ.ουσ)
zuccherière (ουσ αρσ ) zuppièra (θηλ.ουσ)
zuccherièro (επίθ.) zùppo (επίθ.)
zuccherifìcio (ουσ αρσ ) zurighése (ουσ αρσ και θηλ.)
zuccherìno (ουσ αρσ ) zurighése (επίθ.)
zuccherìno (επίθ.) Zurìgo (θηλ.ουσ)
zùcchero (ουσ αρσ ) zurlare (ρ. μτβ.)
zuccheróso (επίθ.) zuzzurellóne (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: