Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόzuccheróso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [tsukkeˈroso], [tsukkeˈrozo] 1 γλυκός 2 μελιστάλαχτος 3 μελό 4 μελίρρυτος 5 ζαχαρένιος 6 συναισθηματικός 7 σοροπιαστός 8 ζαχαρωμένος 9 δακρύβρεχτος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |