Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ferìre (ρ. μτβ.) fermentàto (επίθ.)
ferirsi (ρ.μ. (αντων.)) fermentatóre (ουσ αρσ )
ferìta (θηλ.ουσ) fermentazióne (θηλ.ουσ)
ferìto (ουσ αρσ ) ferménto (ουσ αρσ )
ferìto (επίθ.) fermézza (θηλ.ουσ)
feritóia (θηλ.ουσ) férmio (ουσ αρσ )
feritóre (αρσ. επίθ και ουσ) fermióne (ουσ αρσ )
férma (θηλ.ουσ) férmo (ουσ αρσ )
fermacàrro (ουσ αρσ ) férmo (επίθ.)
fermacàrte (ουσ αρσ ) feróce, feròce (επίθ.)
fermacravàtta (ουσ αρσ ) feroceménte (επίρ.)
fermàglio (ουσ αρσ ) feròcia (θηλ.ουσ)
fermaimpòste (ουσ αρσ ) feròdo (ουσ αρσ )
fermalibri (ουσ αρσ ) ferracavàllo (ουσ αρσ )
fermaménte (επίρ.) ferràccio (ουσ αρσ )
fermanèllo (ουσ αρσ ) ferràglia (θηλ.ουσ)
fermapòrta (ουσ αρσ ) ferragostàno (επίθ.)
fermàre (ρ. μτβ. και αμετβ.) ferragósto (ουσ αρσ )
fermàrsi (ρ. μ. αμτβ.) ferràio (ουσ αρσ )
fermàta (θηλ.ουσ) ferraiòlo (ουσ αρσ )
fermàto (αρσ. επίθ και ουσ) ferràme (ουσ αρσ )
fermatùra (θηλ.ουσ) ferraménta (ουσ αρσ και θηλ.)
fermentàbile (επίθ.) ferraménto (ουσ αρσ )
fermentàre (ρ. μτβ. και αμετβ.) ferràre (ρ. μτβ.)
fermentatìvo (επίθ.) ferraréccia (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: